αναληπτέος

From LSJ

Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit

Menander, Monostichoi, 479

Greek Monolingual

-α, -ον (Α ἀναληπτέος) ἀναλαμβάνω
αυτός που πρέπει να τον ξαναπάρει κάποιος
αρχ.
1. αυτός που πρέπει να ανακληθεί στη μνήμη
2. αυτός που πρέπει να αναζωογονηθεί.