ανεπιείκεια
From LSJ
Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur
Greek Monolingual
η (Α ἀνεπιείκεια)
έλλειψη επιείκειας, αυστηρότητα, σκληρότητα.
Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur
η (Α ἀνεπιείκεια)
έλλειψη επιείκειας, αυστηρότητα, σκληρότητα.