ανθί

From LSJ

Τί γὰρ γένοιτ' ἂν ἕλκος μεῖζονφίλος κακός; → What wound is greater than a false friend?

Sophocles, Antigone, 651-2

Greek Monolingual

και άνθι
1. το άνθος ή αυτό που μοιάζει με άνθος σε φυτά μη κοσμητικά ή αρωματικά (π.χ. του πεύκου, του αμπελιού, του αγκαθιού)
2. το ανθάκι της λεμονιάς ή πορτοκαλιάς.