αντίδοτο

From LSJ

ὅπλον μέγιστόν ἐστιν ἡ ἀρετή βροτοῖς → man's greatest weapon is virtue, virtue is the greatest weapon for mortals

Source

Greek Monolingual

το (Α ἀντίδοτος, -ον)
αντίδοτο (το θηλ. και το ουδ. στην Αρχ. ως ουσ.) ουσία που εξουδετερώνει ένα δηλητήριο
μσν.
αυτός που δίνεται ως αντάλλαγμα·