απαρίθμηση
From LSJ
Ζῶμεν ἀλογίστως προσδοκοῦντες μὴ θανεῖν → Mortis non memores inconsulto vivimus → Den Tod verdrängend leben wir voll Unvernunft
Greek Monolingual
η (AM ἀπαρίθμησις, -εως)
το να απαριθμεί κάποιος, το μέτρημα ή καταμέτρηση.
Ζῶμεν ἀλογίστως προσδοκοῦντες μὴ θανεῖν → Mortis non memores inconsulto vivimus → Den Tod verdrängend leben wir voll Unvernunft
η (AM ἀπαρίθμησις, -εως)
το να απαριθμεί κάποιος, το μέτρημα ή καταμέτρηση.