απαριθμητής

From LSJ

Σοφὸς γὰρ οὐδείς, ὃς τὰ πάντα προσκοπεῖ → Omnia vel sapiens nemo est, qui prospexerit → Denn keinen Weisen gibt's, der alles sieht vorher

Menander, Monostichoi, 486

Greek Monolingual

ο
αυτός που απαριθμεί, που υπολογίζει
2. όργανο για την ανίχνευση και μέτρηση ακτινοβολιών.