απεργώ

From LSJ

Σιγή ποτ' ἐστὶν αἱρετωτέρα λόγου → Sometimes silence is preferable to words → Est ubi loquelā melius est silentium → Das Schweigen ist dem Reden manchmal vorzuziehn

Menander, Monostichoi, 477

Greek Monolingual

κάνω απεργία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < απεργός. Η λ. μαρτυρείται από το 1886 στην εφημερίδα Ακρόπολις].