Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

απληροφόρητος

From LSJ

Greek Monolingual

-η, -ο 1. αυτός που δεν έχει πληροφορίες για κάτι, ανενημέρωτος
2. αυτός που αγνοεί κάτι, άσχετος, ξένος προς το θέμα.