αποταμίευμα

From LSJ

Ταμιεῖον ἀνθρώποισι σωφροσύνη μόνη → Magnum horreum est hominibus temperantia → Ihr Vorratsschatz ist Menschen Mäßigung allein

Menander, Monostichoi, 505

Greek Monolingual

το
ποσό χρημάτων ή άλλα αγαθά που φυλάσσονται κάπου ή έχουν κατατεθεί για μελλοντική χρήση.