απόκαρσις

From LSJ

ἄνω ποταμῶν ἱερῶν χωροῦσι παγαί → the springs of sacred rivers flow upward, backward to their sources flow the streams of holy rivers

Source

Greek Monolingual

ἀπόκαρσις, η (AM) αποκείρω
το κόψιμο των μαλλιών
μσν.
η τελετή της κουράς κατά την περιβολή του μοναχικού σχήματος.