αραποσίτι

From LSJ

φελένη καὶ φάναξ καὶ φοῖκος καὶ φαήρ → Ἑλένη καὶ ἄναξ καὶ οἶκος καὶ ἀήρ | Helen, lord, house, and air

Source

Greek Monolingual

το
ο αραβόσιτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ουσ. αραβόσιτος, με επίδραση του ονόματος Αράπης].