αργυρίαση

Greek Monolingual

η
εναπόθεση αργύρου στο δέρμα ή στους επιπεφυκότες των ματιών, συνήθως από μακροχρόνια χρήση νιτρικού αργύρου για θεραπευτικούς σκοπούς.