αρχηγεσία

From LSJ

Μὴ πάντα πειρῶ πᾶσι πιστεύειν ἀεί → Credenda cunctis esse cuncta ne putes → Glaub ja nicht allen alles immerdar

Menander, Monostichoi, 335

Greek Monolingual

η
η αρχηγία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχηγέτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Ακρόπολις].