κατὰ τὸν αὑτοῦ δαίμονα βιοῦν → live under the direction of his own guiding spirit
ἀρχοντιῶ (-άω) (Μ) άρχωνποθώ να γίνω άρχοντας ή να καταλάβω κάποια ανώτερη θέση.