ασθενοφόρος

From LSJ

τὸν ἰητρὸν δοκέει μοι ἄριστον εἶναι πρόνοιαν ἐπιτηδεύειν → it appears to me a most excellent thing for the physician to cultivate prognosis

Source

Greek Monolingual

-ο(ν)
1. ο χρήσιμος για τη μεταφορά ασθενών
2. το ουδ. ως ουσ. βλ. ασθενοφόρο.