οὐετρανοὶ οἱ χωρὶς χαλκῶν → veterans who have not received bronze copies of the privileges granted on discharge
-ο(για μηχανήματα) αυτός που κόβει το άχυρο σε λεπτά κομμάτια.[ΕΤΥΜΟΛ. < άχυρο + -τόμος < τέμνω.