βελοθυρίδα

From LSJ

ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → either say something better than silence or keep silence (Menander)

Source

Greek Monolingual

η
στενό, κατακόρυφο άνοιγμα στις επάλξεις των τειχών, από το οποίο έριχναν βέλη οι αμυνόμενοι.