Ἒστιν ὃ μὲν χείρων, ὃ δ' ἀμείνων ἔργον ἕκαστον· οὐδεὶς δ' ἀνθρώπων αὐτὸς ἅπαντα σοφός. (Theognis 901f.) → One is worse, the other better at each deed, but no man is wise in all things.
η (AM βλεφαρίς) βλέφαρον
(συνήθ. σε πληθ.) ειδικές τρίχες που εκφύονται από το μπροστινό κράσπεδο των βλεφάρων
αρχ.-μσν.
βλέφαρο.