εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin
η το να κλαίει κανείς γοερά. [ΕΤΥΜΟΛ. Ονοματοποιημένη λ.].