δεξιὸν εἰς ὑπόδημα, ἀριστερὸν εἰς ποδάνιπτρα → the right foot into a shoe, the left into a foot-bath | of one who is ready for anything
-η, -ο1. ο μεγάλης ηλικίας, γηραλέος2. αυτός που ανήκει ή αρμόζει σε γέροντα, ο γεροντικός.