διώκει παῖς ποτανὸν ὄρνιν → a boy chases a bird on the wing, vain pursuit
-α και γαλάριος, -ρια, -ρικο και -άρι γάλα1. αυτός που κατεβάζει άφθονο γάλα («γαλάρα γίδα»)2. εκείνος που θηλάζει ακόμη («αρνί γαλάρικο»).