γαλάρης

From LSJ

Ἀνάπαυσίς ἐστι τῶν κακῶν ἀπραξία → Mali est levamen esse sine negotio → Erleichterung vom Unglück bringt Untätigkeit

Menander, Monostichoi, 644

Greek Monolingual

-α και γαλάριος, -ρια, -ρικο και -άρι γάλα
1. αυτός που κατεβάζει άφθονο γάλα («γαλάρα γίδα»)
2. εκείνος που θηλάζει ακόμηαρνί γαλάρικο»).