Λύπην γὰρ εὔνους οἶδε θεραπεύειν λόγος → Sanare luctum scit benevola oratio → Betrübnis weiß zu heilen ein geneigtes Wort
η (AM γεφύρωσις) γεφυρώη σύνδεση, ζεύξη δύο οχθών με γέφυρανεοελλ.η προσέγγιση διαφορετικών απόψεωναρχ.σύστημα γεφυρών.