γνωστοποιώ
From LSJ
Λυπεῖ με δοῦλος δεσπότου μεῖζον φρονῶν → Servus molestu'st supra herum sese efferens → Ein Ärgernis: ein Sklave stolzer als sein Herr
(-έω)
καθιστώ γνωστό κάτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γνωστός + ποιώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1851 στους Ελληνικούς Ιόνιους Κώδικες].