Μὴ φῦναι τὸν ἅπαντα νικᾷ λόγον → Not to be born is, past all prizing, best.
γονατοῦμαι (-όομαι) (Α) γόνυ(για φυτά) έχω ή βγάζω γόνατα στους βλαστούς.