εὖ γ᾽ εὖ γε ποιήσαντες ὦ Διοσκόρω → well done, well done, you twin Dioscuri!
η (AM γοργότητα) γοργόςταχύτητα, γρηγοράδααρχ.1. (για το ύφος) ορμητικότητα2. (για το βλέμμα) αυστηρότητα.