γύπωνες
ἀνὴρ ἀχάριστος μὴ νομιζέσθω φίλος → an ungrateful man should not be considered a friend
English (LSJ)
οἱ, dancers at Sparta, Poll.4.104.
Spanish (DGE)
-ων, οἱ
danzarines de Esparta, que bailaban con zancos y vestidos transparentes, Poll.4.104.
Greek (Liddell-Scott)
γύπωνες: οἱ, εἶδος ὀρχηστῶν, Πολυδ. Δ΄, 104, «οἱ δὲ γύπωνες ξυλίνων κάλων ἐπιβαίνοντες ὠρχοῦντο διαφανῆ ταραντινίδια ἀμπεχόμενοι».
Frisk Etymological English
Grammatical information: pl.
Meaning: dancers in Sparta (Poll. 4, 104): οἱ δε γύπωνες ξυλίνων κώλων ἐπιβαίνοντες ὠρχοῦντο, διαφανῆ ταραντινίδια ἀμπεχόμενοι.
Compounds: ὑπογύπωνες (ib.).
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: Unknown.
Frisk Etymology German
γύπωνες: {gúpōnes}
Grammar: pl.
Meaning: Ben. von Tänzern in Sparta Poll. 4, 104: οἱ δὲ γύπωνες ξυλίνων κώλων ἐπιβαίνοντες ὠρχοῦντο, διαφανῆ ταραντινίδια ἀμπεχόμενοι.
Composita: Daneben ὑπογύπωνες.
Etymology: Unerklärt.
Page 1,335