δαρδάνιος

From LSJ

Λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος – For men reason is a healer of grief – Für Menschen ist der Trauer Arzt allein das WortMaeroris unica medicina oratio.

Menander, Sententiae, 452

Greek Monolingual

δαρδάνιος και δαρδάνειος, -α, -ον (Α)
1. ο τρωικός («δαρδάνεια μέλαθρα» — τα ανάκτορα της Τροίας)
2. το θηλ. ως ουσ. Δαρδανία (ενν. γη)
η Τροία.