διεξηγούμαι

From LSJ

Ἔστιν τι κἀν κακοῖσιν ἡδονῆς μέτρον → Voluptas aliqua inest vel infortunio → Es wohnt im Leid auch ein begrenztes Maß an Lust

Menander, Monostichoi, 182

Greek Monolingual

διεξηγοῦμαι (-έομαι) (Α) εξηγούμαι
εκθέτω κάτι με λεπτομέρειες.