οὐ σύ με λοιδορεῖς, ἀλλ᾿ ὁ τόπος → it is not thou who mockest me, but the roof on which thou art standing (Aesop)
-η, -ο (AM ἐθελόκακος, -ον)1. αυτός που θέλει να είναι κακός2. (για στρατιώτη) ένοχος για εσκεμμένη δειλία.