Τύχη τέχνην ὤρθωσεν, οὐ τέχνη τύχην → Artem fortuna, non ars fortunam erigit → Das Glück erhöht die Kunst und nicht die Kunst das Glück
ἐθελόπορνος, -ον (Α)ἡ ἐθελόπορνοςαυτή που παραδίνεται με τη θέληση της στην πορνεία.