γέλως ἄκαιρος κλαυμάτων παραίτιος → ill-timed laughter causes tears (Menander)
ἐκδιδάσκω (Α)1. διδάσκω λεπτομερώς2. διδάσκω, καθοδηγώ κάποιον να συμπεριφέρεται έτσι ή αλλιώς.