Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau
η (Α ἐκδορά)νεοελλ.επιπόλαιο τραύμα της επιδερμίδας, ξέγδαρμααρχ.1. αφαίρεση του δέρματος, γδάρσιμο2. γεν. αφαίρεση.