εκπαιδευτικός

From LSJ

Λίαν φιλῶν σεαυτὸν οὐχ ἕξεις φίλον → Amans sui ipse nimis amicu'st nemini → Wer allzu sehr sich selbst liebt, findet keinen Freund

Menander, Monostichoi, 310

Greek Monolingual

-ή, -ό
αυτός που αναφέρεται ή ανήκει στην εκπαίδευση (α. «εκπαιδευτικά τέλη» β. «εκπαιδευτικοί λειτουργοί» — δάσκαλοι και καθηγητές που υπηρετούν στην εκπαίδευση)
2. (αρσ. και θηλ. ως ουσ.) ο, η εκπαιδευτικός
εκπαιδευτικός λειτουργός.