ελίκων

From LSJ

Λόγος διοικεῖ τὸν βροτῶν βίον μόνος → Mortalium res sola regit oratio → Der Menschen Leben ordnet Redekunst allein

Menander, Monostichoi, 314

Greek Monolingual

ἑλίκων, ο (Α)
το κομμάτι του νήματος που στρίβεται με το αδράχτι.