λέγεις, ἃ δὲ λέγεις ἕνεκα τοῦ λαβεῖν λέγεις → you speak, but you say what you say for the sake of gain (Menander, fr. 776)
ο
εντομολ. γένος μικρών βλαβερών υμενόπτερων εντόμων, κυρίως του βόρειου ημισφαιρίου, που ανήκουν στην οικογένεια τενθρηδινίδες.