Τὸ γὰρ θανεῖν οὐκ αἰσχρόν, ἀλλ' αἰσχρῶς θανεῖν → Mors ipsa non est foeda, sed foede mori → Das Sterben bringt nicht Schmach, doch sterben in der Schmach
ἐνεύδω (Α) εύδωκοιμάμαι μέσα ή πάνω σε κάτι («χλαῖναν... καὶ κώεα, τοῖσιν ἐνευδεν», Ομ. Οδ.).