ἐν πίθῳ ἡ κεραμεία γιγνομένη → trying to run before you can walk, the potter's art starting on a big jar
ἐνιαυτοφορῶ, -έω (Α)(για δέντρα) κρατώ τον καρπό για έναν χρόνο ώσπου να ωριμάσει.[ΕΤΥΜΟΛ. < ενιαυτός + -φορώ < -φορος < φέρω.