ὥσπερ ἀνέµου 'ξαίφνης ἀσελγοῦς γενοµένου → just as when a wind suddenly turns foul, just as when a wind suddenly turns nasty
οι (Α ἐπαΐοντες)πληθ. μτχ. ενεστ. του αρχ. ρ. ἐπαΐωαυτοί που γνωρίζουν καλά, οι ειδικοί, ειδήμονες, γνώστες.