πλέομεν δ' ἐπὶ οἴνοπα πόντον → we're sailing upon the wine-dark sea
ἐπιβριθής, -ές (Α)αυτός που πέφτει βαρύς πάνω σε κάποιον.[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + -βριθής (< βρίθος «βάρος»)].