επταχή

From LSJ

αὐτὸς γὰρ εὗρε τοῦ κακοῦ τὴν πιτύαν → he asked for trouble

Source

Greek Monolingual

ἑπταχῇ (Α)
επίρρ. έπταχα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αναλογικός σχηματισμός κατά το πρότυπο του διχῄ].