Πολλοὶ μὲν εὐτυχοῦσιν, οὐ φρονοῦσι δέ → Multis adest fortuna, non prudentia → Viele sind im Glück und doch nicht bei Verstand
ἐρημοπλάνος, -ον (Α)αυτός που πλανιέται μόνος, στην ερημιά.[ΕΤΥΜΟΛ. < ερημο- (< έρημος) + πλάνος.