ἀνὴρ ἀχάριστος μὴ νομιζέσθω φίλος → an ungrateful man should not be considered a friend
εὔπρυμνος, -ον (Α)με ωραία πρύμνη («νῆες... εὔπρυμνοι», Ομ. Ιλ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + πρυμνός «πρύμνη»].