κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart
[Seite 723] kundig, VLL., auch εἰδημόνως
con conocimiento, sagazmente
εἰδημονικῶς: ἐπίρρ. μετὰ γνώσεως, «ἐμπείρως», Σουΐδ.