ζυγοταξία
From LSJ
η
βιολ. η διάταξη τών φορέων τών κληρονομικών χαρακτήρων στο γονιμοποιημένο ωό και η παραμονή της διάταξης αυτής στα κύτταρα που παράγονται από τη διαίρεση του ζυγωτού ωού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. zygotaxis < zyg- (πρβλ. ζυγόν) + taxis (πρβλ. τάξη)].