θεούπολις

From LSJ

εὐλογητὸς εἶ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶνblessed are You, o Christ Our God

Source

Greek Monolingual

θεούπολις, ἡ (Α)
(για την Αντιόχεια) η πόλη του θεού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φράση θεοῦ πόλις (πρβλ. Κωνσταντινούπολις].