θωρακοτομία

From LSJ

Kατεσκευάσθη τὸ ἱερὸν τοῦτο ποτήριον ... ἐν ἔτει ,αω'α' → Τhis holy cup was made ... in the year 1801

Source

Greek Monolingual

η
ιατρ. χειρουργική τομή ή διάνοιξη του θωρακικού τοιχώματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. thoracotomie < thoraco (πρβλ. θώραξ) + -tomie (πρβλ. -τομία < -τόμος < τέμνω)].