ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)
τοίδρωμα με άφθονο ιδρώτα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ίδρος + -κοπι (< κόπος), πρβλ. μεθοκόπι, ποδοκόπι].