ιδρωτάρι

From LSJ

οὐκ ἔστι λύπης ἄλγημα μεῖζονthere is no greater pain than grief

Source

Greek Monolingual

και δρωτάρι, το
άφθονη έκκριση ιδρώτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιδρώτας + κατάλ. -άρι (πρβλ. λιθάρι, πιθάρι)].