ιερακοβοσκός

From LSJ

ἔτυχες εἰς τὴν μάχην ὑπὸ τοῦ στρατηγοῦ πεμφθεὶς → you happened to be sent into the battle by the general

Source

Greek Monolingual

ἱερακοβοσκός, ὁ (Α)
αυτός που τρέφει γεράκια, ο γερακάρης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιέραξ, -ακος + βοσκός.