ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
ἱερονίκης και δωρ. τ. ἱερονίκας, ὁ (Α)
νικητής σε ιερούς αγώνες, (λ. χ. τών Νεμείων, τών Ισθμίων, τών Πυθίων ή τών Ολυμπίων).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο)- + -νίκης (< νίκη), πρβλ. βωμονίκης, πολυνίκης].